Παρασκευή 11 Οκτωβρίου 2013

  Τσσσσφτ. Ανοίγει η μπύρα του. Δεν πίνει· την παρατάει στο πλάι, δίπλα στον καπνό του. Τον γεμάτο καπνό του που τον άνοιξε και δεν έβγαλε λίγο να στρίψει ένα τσιγάρο. Τον γεμάτο καπνό του που είναι δίπλα στο στραπατσαρισμένο κουτάκι με τα φιλτράκια του που τ' άνοιξε και τα σκόρπισε στο πάτωμα, μόνο και μόνο για να κάψει ύστερα με τον αναπτύρα του το διαφανές περιτύλιγμα. Αυτό που αν το κάψεις σωστά θα δεις τη φωτιά να χορεύει όμορφα. Για λίγο. Για πολύ λίγο. 
  Κχχχχχ. Παράσιτα απ' το χαλασμένο πικάπ που θα 'πρεπε να 'χε πετάξει από εκείνο το βράδυ που το βάρεσε και με τις δυο γροθιές του μαζί ενώ έπαιζε το Babe I'm Gonna Leave You των Led Zeppelin. Ψέματα ήταν πως χάλασε στη μετακόμιση. Με τα χέρια του την έσπασε την κωλο-βελόνα. Κι από τότε και κάθε βράδυ τα ίδια, βάζει τον ίδιο δίσκο με εκείνη τη νύχτα στο πικάπ και ακούει με ευχαρίστηση τα παράσιτα, τις νέες γραντζουνιές να δημιουργούνται στο βινίλιο, το υλικό να σπάει, να καταστρέφεται. Που να μην υπήρχε το γαμήδι. Να μην υπήρχε αυτός ο κωλοδίσκος. Αυτό το κωλοτράγουδο.
  Κριιικ. Η καριόλα η ξύλινη πόρτα που όσο λάδι και να της βάλει δεν θα σταματήσει ποτέ να τρίζει. Όσες βίδες και να της αλλάξει όλο θα τρίζει η κωλόπορτα. Και στον άνεμο ανοιγοκλείνει, μπάζει και κρύο, και δεν κλειδώνει και καλά το βράδυ. Ουδεμιά προσφορά αυτή η κωλόπορτα. 
  Όλα φυσιολογικά, συνηθισμένα. Άλλο ένα βράδυ απ' τα πολλά ίδια βράδια που δεν θα τελειώσουν ποτέ. Ίσως να μην ξημερώνει ποτέ σ' αυτό το σπίτι με τους ξεβαμμένους τοίχους, τα σπασμένα πλακάκια και τον ξηλωμένο καναπέ. Πώς γίνεται ένας καναπές να είναι ξηλωμένος; Ρωτήστε τον. Αυτό λέει ως δικαιολογία πάντως σ' όποιον ζητάει να πάει σπίτι του για ένα καφέ. "Δεν έχω καφέ" λέει. "Ε δεν πειράζει μωρέ, να κάτσουμε λίγο να τα πούμε" απαντάει ο άλλος. "Δεν έχω που να κάτσουμε" αποκρίνεται αυτός. "Ο καναπές μου είναι ξηλωμένος". Όλα στη θέση τους, λοιπόν. Ώσπου..
  Χαχαχαχα. 
  Στρέφει το κεφάλι μ' οργή προς την πηγή του γέλιου. Κανένας. Αδιάφορα επιστρέφει την αρχική του θέση. Απ' έξω θα 'ταν. Δεν έχει και καλή ηχομόνωση η κωλόπορτα..
  Χαχαχαχα. 
  Γυρνάει ξανά. Ένας μαλάκας έχει αράξει στον ξηλωμένο καναπέ του και τον κοιτάζει μ' ευθυμία. 
 "Τι γελάς ρε μαλακισμένο;" 
  Δεν ξέρω αν καταλαβαίνετε για τι άνθρωπο μιλάμε εδώ, αλλά είναι ένας από αυτούς που κάποιος άγνωστος βρίσκεται μέσα στο ίδιο του το σπίτι και έχει μάλιστα ξαπλώσει στον ίδιο του τον καναπέ, και δεν τον ρωτάει ούτε ποιος είναι ούτε τι είναι ούτε πώς στον πούτσο μπήκε μέσα αλλά γιατί γελάει. 
  "Γελάω με εσένα ρε καριόλη! Με εσένα! Δες πώς είσαι! Βρωμιάρης, άξεστος, χαρμάνης, άφραγκος.. Άσυμβίβαστος δεν έλεγες πως είσαι;" 
  "Ασυμβίβαστος είμαι" αποκρίνεται ο δικός μας. "Αδιαφορώ.. Είμαι απόγονος των παιδιών της γενιάς του χάους.."
  "Χαχαχαχαχα" υστερικό γέλιο ο άλλος -ας τον πούμε Μαλάκα. "ΧΑΧΑΧΑΧΑΧΑΧΑ"
   "Τι γελάς γαμώ τη μάνα σου; Πού τ' αστείο;"
   "Αυτό, φίλε μου, είναι η πιο αχρεία μορφή συμβιβασμού!"
   "Ποια;"
   "Αυτή ρε στόκε! Αυτή! Εσύ! Δες πώς είσαι! Αυτοαποκαλείσαι και ασυμβίβαστος, τρομάρα σου! ΑΣΥΜΒΙΒΑΣΤΟΣ! ΧΑΧΑΧΑΧΑΧΑΧΑ!"
   "Σκάσε κωλόπραμα!" τα παίρνει ο δικός μας. "Και ποιος είσαι στην τελική; Και πώς είσαι έτσι ρε μαλάκα, κοντοπίθαρε;; Από πού ήρθες; Απ' τους εφτά νάνους της χιονάτης;" και όντως, αντικειμενικά μιλώντας, ο επισκέπτης ήταν δεν ήταν ένα μέτρο σε ύψος.
   "Αηδιαστικό χιούμορ" σχολιάζει ο Μαλάκας, σοβαρός τώρα. "Και πολύ φτηνές υπεκφυγές!.."
    "Ωραία, θα μου πεις τώρα;" συνεχίζει ο άλλος. Ο Μαλάκας τον αγνοεί και πλησιάζει το πικάπ. 
    "Άσε το πικάπ.. ΑΣΕ ΤΟ ΓΑΜΩ-ΠΙΚΑΠ.."
    "Δεν το λυπάσαι;" βγάζει τον δίσκο, τον φιλάει με τα μικροκαμωμένα χείλη του. "Κρίμα τον δίσκο.. Κι ωραίος δίσκος, πολύ ωραίος.." 
    Θα σχολίαζε ο δικός μας- ας τον πούμε Φθαρμένο- μα κάτι του 'χει τραβήξει την προσοχή, τον έχει αποστομώσει βασικά· με το φιλί του Μαλάκα, οι γραντζουνιές του δίσκου εξαφανίστηκαν. Εξαφανίζονται ακόμη, το βινίλιο επιστρέφει στην αρχική του κατάσταση. Σαν καινούριο. 
   "Τι στο.."
   "Και το πικάπ, καλή μάρκα.. Σωστή επιλογή.. Κρίμα και το πικάπ, δεν το λυπάσαι ούτε το πικάπ;.." κι ενώνει ο Μαλάκας τα χείλη του με τη βελόνα, και ξανακολλά η βελόνα, διορθώνεται, επιστρέφει στην αρχική της κατάσταση. 
   Έχει σκαλώσει ο δικός μας, έχει παγώσει στη θέση του και δεν λέει να κουνήσει. "Μη.."
   "Μη τι;"
    "Μην κάνεις αυτό που πας να κάνεις. Ναι. Αυτό. ΜΗ. ΜΗΝ ΤΟ ΚΑΝΕΙΣ. ΜΗΝ ΤΟ ΚΑΝΕΙΣ ΓΑΜΩ ΤΗ ΜΑΝΑ ΣΟΥ. ΜΗ. ΜΗ ΓΑΜΩ ΤΟ ΣΤΑΝΙΟ ΣΟΥ, ΜΗ.." Μα παρακούει ο  Μαλάκας και πιάνει τον ολοκαίνουριο δίσκο και τον βάζει στ' ολοκαίνουριο πικάπ. Ο δικός μας πέφτει στα γόνατα και καλύπτει τ' αυτιά του με τα χέρια. "ΟΧΙ ΓΑΜΩ ΤΗ ΜΑΝΑ ΣΟΥ, ΟΧΙ ΓΑΜΩ, ΟΧΙ, ΠΟΥ ΝΑ ΜΕ ΠΑΡΕΙ, ΟΧΙ ΚΑΡΙΟΛΗ, ΟΧΙ, ΜΗ!!" Ακάθεκτος ο Μαλάκας βάζει τη βελόνα στο δίσκο και κατά περίεργο λόγο, μπαίνει απ' ευθείας το Babe I'm Gonna Leave You. Το Good Times Bad Times που είναι πρώτο στη σειρά στο δίσκο προσπερνιέται, περιέργως. Αν και αυτό δεν γίνεται στα πικάπ. 
  Babe, babe, babe, I'm gonna leave you.. Ο δικός μας κυλιέται στα πατώματα κι ουρλιάζει. 'ΔΕΝ ΘΕΛΩ ΝΑ Τ' ΑΚΟΥΣΩ, ΚΑΡΙΟΛΗ, ΔΕΝ ΘΕΛΩ, ΜΗ.. ΕΧΩ ΝΑ Τ' ΑΚΟΥΣΩ ΑΠΟ ΤΟΤΕ..' 
  "Από πότε;" ρωτάει ο Μαλάκας. 
  "ΑΠΟ ΤΟΤΕ ΡΕ ΚΑΡΙΟΛΗ.. ΑΠΟ ΤΟΤΕ.. ΑΦΟΥ ΞΕΡΕΙΣ.." 
  I can hear it calling me the way it used to do.. I can hear it calling me back home! 
  Ο Μαλάκας βγάζει ένα πνιχτό γελάκι. "Όχι να το πενευτώ, αλλά ξέρω.." Σιωπή. "Παραστράτησες ρε συ.. Αυτό ήρθα να σου πω. Πώς έγινες έτσι; Πού είσαι ρε μαλάκα; Πού ζούσες, πού ζεις τώρα; Ποιος ήσουνα, ποιος είσαι τώρα; Ήρθα να σου θυμίσω πως κάποτε ένιωθες πως ζούσες σ' ένα βανάκι του '60, πως κάποτε ήταν εδώ η Ανατολή και σου έλεγε, έλα να βάλουμε έναν κυκλικό δίσκο στο πικάπ να σε χορέψω δυο ελλείψεις! Τη θυμάσαι τη ζωντάνια καριόλη;.. Και τώρα δες πώς έχεις γίνει ρε μαλάκα! Πώς είσαι έτσι ρε, γενικά; Τι σαπίλα είναι αυτή; Βρωμάει ο τόπος νέκρα.. Τότε κατάληψη, τώρα κατάθλιψη.."
   Κι από πίσω να ουρλιάζει ο Robert Plant, BABY BABY BABY.. I'M GONNA LEAVE YOU..


  Άλλη ζωή, ίδιος άνθρωπος. 
  Βαθιά αναπνοή.
  Γκουχ γκουχ. Τσιγαρόβηχας. Ανασηκώνεται απ' τον ξηλωμένο καναπέ του. 
  Ταπ, ταπ, ταπ. Βήματα. Πού στον πούτσο το έβαλα το γαμήδι το κινητό; 
  Κουμπιά. Αριθμοί. Μια ματιά στο πάτωμα· πρέπει να μαζέψω σύντομα. Αν και δεν θα μπει κανείς αλλά καλό θα ήταν. 
  Τουτ-τουτ. Αναμονή. 
  "Ποιος;" βαριά φωνή. Αντρίκια, αλήτικη. Υπόκοσμη. 
   "Τι μαλακία ήταν αυτή που μου έδωσες ρε;" οργισμένος ο δικός μας. 
   "Φίλε μου ήταν απ' τα καλύτερα, μην λέμε μαλακίες-"
   "Ναι ρε μαλάκα, μια χαρά ήταν, δεν λέω αυτό.. Μου είπες όμως ότι.. Τέλος πάντων, μου πες ότι θα με κάνει πολύ κομπλέ. Πολύ χαρούμενο."
   "Σου είπα ότι θα σε κάνει ό,τι να 'ναι ανάλογα με την προδιάθεση."
   "Μούφες λες."
   "Έτσι σου είπα. Αν εσύ άκουσες ό,τι ήθελες, στ' αρχίδια μου."
   "..."
    "Ε, είσαι εκεί; Πω" -μονολογεί- "τι στον πούτσο βρωμάει έτσι.."
    "Τι βρωμάει;"

    "Κάτι να καίγεται." 
     "Εγώ είμαι."
     "Ε;"
      Κλακ. Ακουστικό που κλείνει. Τουτ τουτ τουτ. 


    Κχχχ. Παράσιτα απ' τι πικάπ. 
    Φιλτράκια σκορπισμένα εδώ κι εκεί, γεμάτοι καπνοί, γεμάτες μπύρες, ανοιγμένες όλες. Σπασμένα πλακάκια. Ξηλωμένος καναπές. Ξεβαμμένοι τοίχοι. Άδειο ψυγείο. Καύτρες από τσιγάρα που δεν βρήκαν τασάκι να πλαγιάσουν. 
   Και πλάγιασαν στο σώμα του. 
   Επικρατεί το είδος της σιωπής που επικρατεί μετά από ένα μεγάλο μπαμ. 
   Λείπει ένας ήχος. Ο ήχος της καρδιάς του που χτυπά. Και της αναπνοής του. 
   Λείπει ο ήχος απ' τις μπύρες π' ανοίγουν.
   Ναρκωτικά στο πάτωμα. Ιδρώτας, βρωμιά, θλίψη και θάνατος. 
   Κχχχχ, κριιικ, κχχχ. Χαχαχα. 
   Κι ένας δήθεν ασυμβίβαστος στη μέση του δωματίου με τα χέρια στ' αυτιά να ξεψυχάει. 
   Κι ο δαίμονάς του να κατατρώγει λίγο λίγο ό,τι έχει απομείνει απ' την καρδιά του. 
   

  

3 σχόλια: