Τετάρτη 10 Απριλίου 2013

 Ένα ανέκδοτο μου έλεγε η γλυκιά μου. Ένα ανέκδοτο σκατά, αλλά ωραίο γιατί το έλεγε εκείνη. Σκατά ήταν βέβαια, εγώ όμως γέλασα έτσι κι αλλιώς, και γέλασα πολύ, γελούσα μόνος στην αρχή, μετά ξεκίνησε κι εκείνη να γελάει, και με το γέλιο της γελούσα εγώ μετά. Χαχαχα, χιχιχι. Κάτι με σαλιγκάρια ήτανε, κάτι με δύο σαλιγκάρια σε ράγες τρένου, να λέει το ένα, ρε μαλάκα έρχεται το- πχχχ, ποιο -πχχχ. Και καλά, στο πχχχ τα πατάει το τρένο. Γελούσαμε μέχρι θανατά. Δάκρυζα. Καιρό είχα να γελάσω έτσι, με πόνεσε η κοιλιά μου απ' τα γέλια, σώπα της έλεγα, σώπα και είμαστε στο αμάξι, σώπα και οδηγάω, θα τρακάρουμε, σώπα. Σώπα έλεγα και μετά ξαναέσκαγα στα γέλια. Κάτσε, κάτσε να σταματήσω εδώ στην άκρη, να ηρεμίσουμε, γιατί θα τρακάρουμε, είπα εγώ. Έλα μωρέ τώρα, μου είπε η γλυκιά μου, έλα, μην σταματάς, σιγά, θα αργήσουμε κιόλας. Και μετά ξανά γέλια για τα σαλιγκάρια. Ρε μαλάκα έρχεται το- πχχ, ποιο- πχχχ. Με πονέσανε οι κοιλιακοί μου. Και ξαφνικά, εκεί που γελούσαμε και λέγαμε για τα σαλιγκάρια, μπαμ, κρας, χτυπάμε σ' ένα άλλο αμάξι. Δύο τούμπες κάναμε. Εγώ ακόμα να γελάω με τα σαλιγκάρια. Πχχχ. Η γλυκιά μου γελούσε κι αυτή, μα όταν τρακάραμε της κόπηκε, εμένα δεν μου κόπηκε, έμεινα κάτω από τα συντρίμια να γελαω ακόμη, χαχαχα χιχιχιχι, με το πχχχ. Γλυκιά μου, είσαι καλ- χαχαχα. Πχχχ. Γλυκιά μου; Μάρθα, Μαρθούλα είσαι καλά; Μάρθα; Χαχαχαχα, πχχχ.. Μάρθαχαχαχα! Απάντηση δεν πήρα, και μέσα στα συντρίμμια και στη σκόνη και την κάπνα εγώ ακόμα γελούσα, ένα γέλιο ασταμάτητο, ασυγκράτητο, χαχαχα, χιχιχι, προσπαθούσα εκεί πέρα να σκεφτώ πως η Μάρθα δεν είναι καλά, πως τρακάραμε, αλλά, πχχχ, χαχαχα, πχχχ. Χαχαχα, χιχιχι. Γελούσα μέσα στα σκοτάδια. Και όταν ανοίξανε την πόρτα οι διασώστες και με βάλανε πάνω στο φορητό κρεβάτι ακόμα γελούσα, και όταν κοιτούσα τους πυροσβέστες που σβήνανε τη φωτιά ακόμα γελούσα, και όταν είδα να βγάζουνε τη Μάρθα απ' τ' αμάξι μ' αίματα σ' όλο το πρόσωπο ακόμα γελούσα. Ρε μαλάκα έρχεται το -πχχχ, ποιο- πχχχ. Χαχαχα. Και όταν μου είπανε, κύριε η κόρη σας και εσείς χρειάζεστε επειγόντως χειρουργείο, εγώ ακόμα γελούσα. Χαχαχα, χιχιχι. Όσο μακριά και να πήγαινες από ΄μένα θα με άκουγες που γελούσα. Και στην ταράτσα του απέναντι σπιτιού να ήσουν, θα με άκουγες. Και στο αεροπλάνο που περνούσε από πάνω, με τους χίλιους επιβάτες που δεν έχουν ιδέα πως εμείς εδώ κάτω πεθαίνουμε, θα μ' άκουγες, που γελούσα. Χαχαχαχα. Και στα σύννεφα να έκανες τούμπες, θα με άκουγες. Και στο φεγγάρι να ήσουν, θα άκουγες. Χαχαχα, χιχιχι, για το πχχχ. Και Θεός να ήσουν, ή και δίπλα του να στεκόσουν, πάλι θα με άκουγες να γελάω με όλη μου την ψυχή. Και όσο το σκεφτόμουν, τόσο πιο πολύ γελούσα- θα ξεράσω τ' άντερά μου, τους έλεγα. Απ' τα γέλια θα ξεράσω τ' άντερά μου. Και εκεί που πήγαινα να σταματήσω τα γέλια, το σκεφτόμουν ξανά και μ' έπιαναν τα γέλια. Και όταν το βαρέθηκα πια το αστείο, σκεφτόμουν το άλλο: Σαν τα σαλιγκάρια πήγαμε και 'μεις. Χαχαχα- κρας. Μόνο που εμάς η σύγκρουση δεν μας έκοψε το γέλιο. 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου