Πέμπτη 27 Σεπτεμβρίου 2012

Grey Room

"Κάθε δύο εβδομάδες περίπου" αφηγούμαι, πίνοντας μια γουλιά απ'το ποτό μου, "με κλείνουν σε ένα γκρι δωμάτιο. Χωρίς λόγο, χωρίς συγκεκριμένη εξήγηση, χωρίς προειδοποίηση, απλώς με κλείνουν σ'ένα γκρι δωμάτιο. Γκρι τοίχοι, γκρι πόρτες, γκρι ταβάνι, γκρι πάτωμα, γκρι έπιπλα. Μηδέν παράθυρα. Και η πόρτα όταν είναι κλειστή γίνεται ένα με το υπόλοιπο γκρι και μοιάζει ανύπαρκτη. Δεν ξέρω αν είναι μέρα η νύχτα, δεν ξέρω τι συμβαίνει στον έξω κόσμο, και για ένα περίεργο λόγο δεν με νοιάζει καν. Δεν μου αλλάζει τίποτα. Δεν ξέρω πόσος καιρός περνάει μέχρι να με βγάλουν απ'το δωμάτιο. Δεν ξέρω τίποτα. Είμαι απλώς σε ένα γκρι δωμάτιο, και τίποτα δεν με νοιάζει. 
  Μερικές φορές νευριάζω πολύ. Στην αρχή, περισσότερο. Το μισούσα το μέρος. Ήταν καταθλιπτικό. Δεν ήθελα να είμαι εκεί μέσα. Δεν υπήρχε λόγος, σωστά; Γιατί να είμαι εγώ κολλημένος σ'ένα γκρι δωμάτιο και να απέχω απ'τον κόσμο; Γιατί να μην είμαι ένα μ'αυτόν; Όταν με ελευθερώνουν τελικά, μου δίνουν και ένα κουτί χάπια. Μου λένε να παίρνω ένα την ημέρα και να περιμένω πως οι σκέψεις μου θα μετριαστούν και θα 'μαι πιο ξέγνοιαστος. Και μια από εκείνες τις ημέρες που ήμουν έξω και οι σκέψεις μου δεν είχαν μετριαστεί όπως μου είχαν υποσχεθεί εκείνοι, κι εγώ καθόμουν μόνος μου στο μπαρ και έπινα, με πλησίασε εκείνη η γκόμενα και μου είπε πως όλα γίνονται για κάποιο λόγο. 
 Την αμφισβήτησα. Προφανώς και την αμφισβήτησα. Τι να ήξερε αυτή; Εκείνη δεν την έκλειναν κάθε τόσο σ'ένα γκρι δωμάτιο. Της το είπα και αυτό. Και γέλασε. Μου είπε πως εκείνη δεν είχε διαπράξει καμία κακή πράξη για να πρέπει να είναι φυλακή. Κι ύστερα την έκανε. Με φοβήθηκε, ρε. Ποιον; Εμένα! Με πέρασε για φυλακισμένο. 
  Βέβαια, ίσως και να ήμουν. Όμως ούτε εγώ είχα κάνει τίποτα κακό. Δεν είχα κλέψει, δεν είχα σκοτώσει, δεν.. τίποτα. Κι εκεί που περπατούσα στο δρόμο, να σου πάλι. Ήρθαν και με πήραν. Και κλείστηκα πάλι στο γκρι δωμάτιο και ο χρόνος σταμάτησε ξανά. 
  Ήταν απαίσιο. Ούτε που είχα προλάβει να ζήσω ένα ολόκληρο βράδυ ελεύθερος. Το μόνο που είχα να αναπολώ ήταν η συζήτησή μου μ'εκείνη την γκόμενα... 
  Με άφησαν ελεύθερο ξανά. Εκείνη τη φορά ήμουν έξω για εβδομάδες ολόκληρες... Έκανα φίλους της μιας ώρας, έπιασα γκόμενες της μιας ημέρας. Ήμουν μόνος, όμως. Πέθαινα να μιλήσω σε κάποιον, αλλά δεν έψαχνα να βρω και κανένα κατάλληλο. Δηλαδή, πώς να σου το πω. Σαν να θες απεγνωσμένα να φας σοκολάτα, να ξέρεις πως μπορείς να την έχεις, αλλά αντί να πας να την διεκδικήσεις, βολεύεσαι με λεμόνι. 
  Ήρθε λοιπόν μια μέρα, που είχα ξενυχτίσει εκεί μ' ένα τυπά που με κέρναγε σφηνάκια σ'ένα μπαράκι. Ανεβαίναμε μια μεγάλη λεωφόρο- της οποίας το όνομα δεν θυμάμαι- και εκείνη τη στιγμή ανέτελλε ο ήλιος. Φίλε μου, τόση ομορφιά, είχα να δω καιρό! Τότε μόνο συνειδητοποίησα πόσα έχανα σ'εκείνο το γκρι δωμάτιο.... Πάνω, λοιπόν, στη μέθη, μου κάνει ο τύπος, Ρε συ, πού λες να πηγαίνει ο ήλιος όταν δύει; Κι εγώ, φίλε μου, τέρμα αυθόρμητα, του απάντησα: Τον κλείνουν σ'ένα γκρι δωμάτιο, ρε. Εκείνος με κοίταξε περίεργα, αλλά δεν συνέχισε την συζήτηση. 
  Το επόμενο πρωί, νηφάλιος, έκανα σχέδια για εκείνο το βράδυ. Πρόσεξες τι είπα; Έκανα σχέδια. Ποιος; Εγώ! Ο μόνος. Ο καταθλιπτικός. Ο φυλακισμένος. Έκανα σχέδια. Δεν είχα τολμήσει ποτέ να κάνω σχέδια. Πάντα φοβόμουν πως θα έρθουν να με πάρουν πάλι, να με κλείσουν στο γκρι δωμάτιο. Και θα γκρεμίζονταν τα σχέδιά μου, το φοβόμουν πολύ αυτό, ρε. Ο μαλάκας...
  Έκανα σχέδια, που λες. Για εκείνο το βράδυ, και το επόμενο, και το παραεπόμενο. Και δεν ήρθαν να με πάρουν να με πάνε στο γκρι δωμάτιο. Πέρασαν... 4 εβδομάδες. Το πιο μακρύ διάστημα που είχα μείνει έξω εδώ και χρόνια! Ήταν υπέροχα, είχα καιρό να περάσω ΤΟΣΟ καλά! Μια βραδιά, όμως, κάτι που είδα στο δρόμο μ'έκανε να το χάσω πάλι. Και ήρθαν και με πήραν και με έκλεισαν πάλι στο γκρι εκείνο δωμάτιο. Όμως ήμουν οκ. Δηλαδή, κομπλέ. Δεν είχα θέμα. Ήξερα πως θα ερχόντουσαν κάποια στιγμή, και όταν άρχισα να το χάνω ήξερα πως εκείνη η στιγμή δεν αργούσε. Οπότε απλώς το αποδέχτηκα. Και όταν αποδέχεσαι κάτι, μετά το περιμένεις. 
  Είχα εκατοντάδες πράγματα να αναπολώ στο γκρι δωμάτιο και χιλιάδες αστείες φάσεις να σκέφτομαι. Βέβαια, τίποτα δεν ήταν αρκετό για να μου φτιάξει η διάθεση μέσα στο απόλυτο γκρι. Ήμουν φυλακισμένος και η θλίψη ήταν αξεπέραστη και έμοιαζε αμετάκλητη... όμως το ήξερα πως θα περνούσε. Πάντως, εκείνες τις άσχημες στιγμές που νόμιζα πως θα υπέφερα έτσι για πάντα... ανακάλυπτα τον εαυτό μου. Και έμαθα για 'μενα πως όταν έχω το λεμόνι κι επιθυμώ σοκολάτα, με αναγνωρίζω. Αν είχα τη σοκολάτα, θα ήμουν άλλος. Όμως, ρε συ, πώς να σου το πω. Άλλαξε η ζωή μου. Δε γαμιέται το γκρι δωμάτιο; Τώρα το λατρεύω. Γιατί μου έμαθε να περνάω καλά όσο είμαι έξω τουλάχιστον, ρε. Να απολαμβάνω τις στιγμές μου ελεύθερος. Έσωσε την ζωή μου απ'την άνια. Το αποδέχτηκα, θα γυρίζω πάντα εκεί. Όμως τώρα η διαφορά είναι πως τ'απολαμβάνω. Στ'αρχίδια μου αυτοί οι μαλάκες που έρχονται και με παίρνουν. Θ'απελπιστώ και θα χαλάσουν τα σχέδιά μου... αλλά θα το έχω απολαύσει μέχρι τότε. Και ξέρεις τι ανακάλυψα πιο μετά; Όσο πιο καλά περνάω, τόσο πιο πολύ αργούν να έρθουν."
 Και με το τελευταίο, άνοιξα το κουτί με τα χάπια και τα άδειασα όλα στον κάδο σκουπιδιών δίπλα μου. Δεν τα χρειάζομαι. 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου