Τρίτη 11 Σεπτεμβρίου 2012

Αγαπημένη μου Άρτεμις, 

Αυτό είναι το 6ο γράμμα που σου γράφω χωρίς να πάρω απάντηση. Μου λείπεις. Αναρωτιέμαι γιατί δεν μου απαντάς. Ανησυχώ, είναι η αλήθεια. Ξέρω όμως πως τα πράγματα είναι δύσκολα για 'σενα, ίσως να μην έχεις χρόνο, ίσως να μην σου φτάνουν τα χρήματα για να πάρεις χαρτί και να μου απαντήσεις. Γι'αυτό, όμως, στα τελευταία δύο μου γράμματα, έβαλα μία κενή κόλλα χαρτί, για να τη χρησιμοποιήσεις... Ίσως βέβαια να μην έχεις μελάνι. Ίσως να καθυστερεί το πλοίο με τα γράμματα, ο καιρός δεν είναι και τόσο καλός ούτως ή άλλως. Ελπίζω μόνο να είσαι εντάξει. 

Οι δουλειές εδώ δεν πάνε και πολύ καλά. Η πελατεία είναι σχεδόν μηδενική, ίσα που μου φτάνουν τα λεφτά για τ'απαραίτητα, και για τα μηνιαία μου γράμματα, φυσικά. Μην ανησυχείς όμως, θα τα βγάλουμε πέρα, στο υπόσχομαι. Λίγο καιρό υπομονή ακόμη, Άρτεμις... Και θα γυρίσω. Όλα τα όνειρά μας θα γίνουν πραγματικότητα. Θα το παλέψω, θα βρω κι άλλη δουλειά, και δεύτερη, και τρίτη, σου τ'ορκίζομαι, θα το παλέψω όσο μπορώ. Θα είμαστε ευτυχισμένοι. Λίγος καιρός υπομονή ακόμη. 

Ο χειμώνας ακόμη να μπει για τα καλά, κι όμως εγώ ανυπομονώ τόσο για το καλοκαίρι.. Τόσο που δεν μπορώ να περιμένω. Με παρηγορεί όμως η ομορφιά αυτής της πόλης. Θα 'πρεπε να 'σουν εδώ να την απολαύσεις, θα 'πρεπε να 'σουν εδώ να την θαυμάζεις μαζί μου. Να δεις που μέχρι κι ο χειμώνας είναι όμορφος τελικά. Απλώς δεν ταιριάζει σ'εμάς, αγάπη μου.

Α, γνώρισα έναν κύριο εχθές, στη μπυραρία! Τζορτζ το όνομά του. Πολύ έντιμος, και πανέξυπνος. Διαβάζει τους ανθρώπους σαν ανοιχτά βιβλία. Του μίλησα για τα πάντα- για 'σενα, για τα όνειρά μας, για το παρελθόν μου, για τις αστείες μας ιστορίες, για τα ταξίδια μου, για τον αδερφό μου... Νομίζω πως επιτέλους απέκτησα έναν φίλο, Άρτεμις. Ομολογώ πως η μοναξιά είναι αναπάντεχη. Μετά από έναν ολόκληρο χρόνο, το ουίσκι κι ο σκύλος μου δεν είναι πια αρκετά. 

Πραγματικά ελπίζω να είσαι εντάξει. Να προσέχεις. Σ'αγαπώ.


Πέτρος




Τέταρτη φορά που διάβαζε το γράμμα. Όλα εντάξει, κανένα ορθογραφικό λάθος. Σηκώθηκε από το γραφείο του και πλησίασε τον πάγκο πάνω απ'το τζάκι, όπου είχε τοποθετήσει προσεκτικά τις φωτογραφίες των αγαπημένων του προσώπων. Με το ελεύθερό του χέρι- το αριστερό- έπιασε την κορνίζα με την φωτογραφία της Άρτεμις και τη φίλησε απαλά και γλυκά. Με τη φωτογραφία ακόμη γαντζωμένη στο χέρι του, επέστρεψε στο γραφείο του. Έβγαλε το τελευταίο σπίρτο απ'το σπιρτόκουτο, το άναψε με τη μία, κι έβαλε φωτιά στο γράμμα που είχε μόλις γράψει. 
"Μα ουτ' η αγάπη δεν ανασταίνει τους νεκρούς, Άρτεμις" ψιθύρισε. "Εγώ σ'το χα πει. Πρόσεχε, αυτές οι εμμονές θα σε σκοτώσουν. Και είδες τώρα; Έθαψες μια σφαίρα στο κρανίο σου και νομίζεις όλα εντάξει."


Και ο δίσκος βινιλίου είχε κολλήσει στο ίδιο σημείο και επαναλάμβανε συνεχώς, "Μ'άφησες μόνο και δεν θα στο συγχωρήσω ποτέ, κι ας σ'αγαπάω πιο πολύ απ'οτιδήποτε."

3 σχόλια:

  1. Απίστευτο.
    Τόσο άμεση γραφή, τόσο ιδιαίτερη, τόσο "προσωπική".
    Στην αρχή.. ένα μούδιασμα, ένα ρίγος..
    Το τέλος απρόβλεπτο.. με άφησε να κοιτάζω για μερικά δευτερόλεπτα την οθόνη.. νομίζω συγκλονισμένη..(;)
    Δε βρίσκω λόγια να το περιγράψω..

    ΑπάντησηΔιαγραφή