Δευτέρα 17 Οκτωβρίου 2016

φιάλη #2

 Μην μ' αγγίζεις, γιατί με αγγίζεις, κοινωνία αθάνατη, χρειάστηκε πια τόσο να με ρίξεις στην πείνα ώστε να δεχθώ μόνη να καταπιώ τον ωμφάλιο λώρο μου, κοινωνία μνησίκακη, τόσο λίγο πια ντρέπεσαι που με κρέμασες ανάποδα απ' το δέντρο των ευχών μου; Κι εγώ που τόσο θρασύτατα φώναζα -και το πίστευα βαθιά- πως είμαι ο ανθός του τώρα· κοινωνία δεσπόζουσα, δεσπόζουσα όπως κυριαρχείς στον κουρασμένο αυχένα μου, ο ανθός που ήμουν πια μαράθηκε και μ' αυτόν έπλεξες το στεφάνι που έστειλες στην κηδεία μου. Κοινωνία αιωνόβια, πώς με σένα να τα βάλουν τα νεκρωμένα μάτια μου. Μα δεν θρηνώ πια, δεν θρηνώ τους νεκρούς μου. Παρά μόνο με κλειστά τα βλέφαρα περιμένω.  

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου