Κυριακή 1 Ιουνίου 2014

 Στις γυναίκες που περιμένουν τα βράδια -κι αυτό αντιμετωπίστε το είτε ως Αντικείμενο είτε ως Χρονικό προσδιορισμό-  ξαπλωμένες στα κρεβάτια τους καλυμμένες με τα κόκκινα σκεπάσματα· και σ' εκείνες που βάζουν φωτιά στην πλαστή γαλήνη της νύχτας με τα βογκητά τους, ενώ δαγκώνουν το κάτω χείλος τους και λερώνουν τα σεντόνια τους με αμαρτωλό ιδρώτα· στους άνδρες που αυτοκτονούν ζώντας και σ' όλους αυτούς που τρέχουν, τρέχουν, τρέχουν· στο κύμα του χρόνου που καταπίνει τα όμορφα και ξερνά την ανάμνηση της αντάμωσής τους· στις αναπνοές της θάλασσας που μιλούν την άπιαστη γλώσσα· στην αρμονία της ανισορροπίας που μας κρατά ζωντανούς· σ' εσένα· σ΄εμένα· σ' εκείνους. Σ' όποια στιγμή γίνεται απτή, γερή, για να 'χω να πατήσω, μήπως και διασχίσω μια μέρα το δρόμο που μας χωρίζει. Και πάνω απ' όλα, στο δρόμο αυτό. Στη λεπτή γραμμή ανάμεσα στον πόθο για ζωή και την ζωή την ίδια.

  Σ' αυτά θα χυθώ, μήπως και βρω μια μέρα αυτό που καμώνομαι πως ψάχνω όταν είμαι μακριά της. 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου