Έτσι έζησα για έναν μήνα περίπου. Πρόσεξέ με, από το τίποτα, εγώ, εγώ, που με ξέρεις πως είμαι, έτσι, εγώ, λοιπόν, από το τίποτα, ήμουν άστεγος, άπλυτος, βρωμιάρης, και πλανόδιος μουσικός. Εγώ. Όταν τα πράγματα ασχήμηναν, πήγα και χτύπησα το κουδούνι του Ανδρέα, του φίλου μας. Με κοίταξε για ένα λεπτό, έπειτα μου άνοιξε την πόρτα, με έπλυνε, με τάισε, και με έδιωξε ξανά. Το μαλάκα τον Ανδρέα. Βέβαια μπορεί να μην με έδιωξε, μπορεί να έφυγα και εγώ από μόνος μου. Πάντως μου χάρισε μερικά ρούχα του.
Ήμουν λυπηρός μέχρι αηδίας.
Κοίταξέ με, με ξέρεις. Δεν είμαι κλαψομούνης. Κατεστραμένος είμαι. Όταν συναντηθήκαμε εμείς οι δύο, δεν μου είχε απομείνει τίποτα στον κόσμο ρε μαλάκα, τίποτα. Το ξέρεις. Το θυμάσαι. Σε εκείνο το μπαρ γνωριστήκαμε, το θυμάσαι, εγώ πάλι τα έπινα μόνος μου και μπήκες εσύ μέσα στο μπαρ, πάτησαν τα πόδια σου στο μπαρ και εμένα ο κόσμος μου γύρισε ανάποδα. Πριν μπεις εσύ στο μπαρ ο κόσμος μου ήταν νεκρός, ήταν ένα κενό, και μόλις πάτησες εσύ το πόδι σου μέσα, έκανες τα μαγικά σου, έφερες τις συνθήκες και έγινε μέσα μου ολόκληρο Big Bang. Έφερες το Big Bang μέσα μου. Εσύ, εμένα, με ανέστησες. Εσύ. Και γι' αυτό σου χρωστούσα τα πάντα. Με ξέρεις, δεν είμαι κλαψομούνης, το ξανάπα, το ξέρεις. Αλλά ξέρεις και ότι για 'μένα ήσουνα η τελευταία μου ελπίδα. Όλα τα είχα δοκιμάσει, όλα, όπως το ακούς, όλα, και χάπια και θεραπείες και φιλίες και μαλακίες όρθιες, και ενδιαφέροντα και παπαριές, και ναρκωτικά μη σου πω, αλλά από όλα αυτά, μόνο εσύ. Μόνο εσύ. Μόνο εσύ.
Μόνο εσύ.
Σκεφτόμουν, λοιπόν, μετά από τη συνάντησή μου αυτή με τον Ανδρέα, πως σ' όλους χρωστάω κι από κάτι. Εκτός απ' τους γονείς μου, σε όλους τους άλλους από κάτι χρωστάω. Τα ρούχα του Ανδρέα στον Ανδρέα. Εσένα την ανάστησή μου. Στο Γρηγόρη χρωστάω μια μπύρα από ένα στοίχημα. Στον Κωσταντίνο πρέπει να χρωστάω μια κόκα κόλα που με είχε κεράσει. Σε έναν άπλυτο γύφτο που κοιμόμαστε δίπλα δίπλα στις πλατείες χρωστάω μια κουβέρτα. Παντού χρωστάω. Κι έπειτα σκέφτηκα, στον εαυτό μου, στον εαυτό μου τι χρωστάω; Εσένα, ήταν η απάντηση. Εσένα μου χρωστάω. Να σε πάρω πίσω πρέπει. Μου χρωστάω εσένα.
Ε, κι έτσι, άρχισα να περπατάω προς εσένα. Αθήνα- Θεσσαλονίκη: πεντακόσια δεκαπέντε χιλιόμετρα. Κι άλλα εφτακόσια μέχρι το σπίτι σου από το κέντρο. Χτύπησα, δεν άνοιγες. Σιγά μην άνοιγες. Το διέρρηξα. Μου έμαθε ένας άλλος άπλυτος κι άστεγος. Βρήκα τις φωτογραφίες σου στο σαλόνι. Έκλαψα. Έκλαψα, ακόμα κλαίω. Κλαίω τρεις ώρες τώρα. Νομίζω θα πλημμηρίσουμε απ' τα δάκρυά μου, θα πνιγώ μέσα σ' αυτά, κι εσύ δεν έρχεσαι.. τώρα που σε θέλω δεν έρχεσαι. Και πρέπει να έρθεις, πρέπει να έρθεις ρε, πρέπει να έρθεις, μόνο εσύ μπορείς. Πρέπει να έρθεις.
Δεν είσαι εδώ. Δεν είσαι πουθενά.
Χρωστάω στον εαυτό μου εσένα. Πρέπει να έρθω να σε βρω. Πρέπει να μου ξεπληρώσω ό,τι μου χρωστάω.
Πρέπει να έρθεις. Αλλά δεν γίνεται. Πώς να γίνεται.
Έκλαψα, έκλαψα κι άλλο. Πρέπει να έρθεις. Κλάμμα μέχρι σκασμού. Ουρλιαχτά. Σπάω πράγματα. Νομίζω γίνεται μέσα μου το δεύτερο Big Bang. Νομίζω τα κατάφερες και ας μην είσαι εδώ. Νομίζω το έκανες. Το κατάφερες. Αναστένομαι νομίζω. Βγαίνουν τα δάκρυα. Και τα βογγητά, βγαίνουν κι αυτά. Βγαίνει από μέσα μου η φωτιά και αντί για 'μενα τώρα καίει το σπίτι. Νομίζω ξεσπάω, νομίζω θ' αρχίσω να μιλάω ξανά, γιατί τόσο καιρό το 'χα ρίξει στη μούγκα. Νομίζω πετάω τους λίθους απ' την πλάτη μου, δεν θα τους κουβαλάω πια σαν το μαλάκα, θα 'μαι ελεύθερος να τρέξω ξανά μετά απ' αυτό το ξέσπασμα. Ξαναγεννιέμαι νομίζω. Μέσα μου ανατινάζονται τα πάντα και γεννιούνται νέα. Ήλιοι, πλανήτες, άνθρωποι, ζωή, γεννιέται ξανά η ζωή μέσα μου απ' το τίποτα. Τα κατάφερες. Χωρίς καν να είσαι εδώ. Το έκανες. Νομίζω.
Σ'ευχαριστώ.
Δεν είσαι εδώ. Δεν είσαι πουθενά.
Χρωστάω στον εαυτό μου εσένα. Πρέπει να έρθω να σε βρω. Πρέπει να μου ξεπληρώσω ό,τι μου χρωστάω.
Πρέπει να έρθεις. Αλλά δεν γίνεται. Πώς να γίνεται.
Έκλαψα, έκλαψα κι άλλο. Πρέπει να έρθεις. Κλάμμα μέχρι σκασμού. Ουρλιαχτά. Σπάω πράγματα. Νομίζω γίνεται μέσα μου το δεύτερο Big Bang. Νομίζω τα κατάφερες και ας μην είσαι εδώ. Νομίζω το έκανες. Το κατάφερες. Αναστένομαι νομίζω. Βγαίνουν τα δάκρυα. Και τα βογγητά, βγαίνουν κι αυτά. Βγαίνει από μέσα μου η φωτιά και αντί για 'μενα τώρα καίει το σπίτι. Νομίζω ξεσπάω, νομίζω θ' αρχίσω να μιλάω ξανά, γιατί τόσο καιρό το 'χα ρίξει στη μούγκα. Νομίζω πετάω τους λίθους απ' την πλάτη μου, δεν θα τους κουβαλάω πια σαν το μαλάκα, θα 'μαι ελεύθερος να τρέξω ξανά μετά απ' αυτό το ξέσπασμα. Ξαναγεννιέμαι νομίζω. Μέσα μου ανατινάζονται τα πάντα και γεννιούνται νέα. Ήλιοι, πλανήτες, άνθρωποι, ζωή, γεννιέται ξανά η ζωή μέσα μου απ' το τίποτα. Τα κατάφερες. Χωρίς καν να είσαι εδώ. Το έκανες. Νομίζω.
Σ'ευχαριστώ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου