"Κάθε δύο εβδομάδες περίπου" αφηγούμαι, πίνοντας μια γουλιά απ'το ποτό μου, "με κλείνουν σε ένα γκρι δωμάτιο. Χωρίς λόγο, χωρίς συγκεκριμένη εξήγηση, χωρίς προειδοποίηση, απλώς με κλείνουν σ'ένα γκρι δωμάτιο. Γκρι τοίχοι, γκρι πόρτες, γκρι ταβάνι, γκρι πάτωμα, γκρι έπιπλα. Μηδέν παράθυρα. Και η πόρτα όταν είναι κλειστή γίνεται ένα με το υπόλοιπο γκρι και μοιάζει ανύπαρκτη. Δεν ξέρω αν είναι μέρα η νύχτα, δεν ξέρω τι συμβαίνει στον έξω κόσμο, και για ένα περίεργο λόγο δεν με νοιάζει καν. Δεν μου αλλάζει τίποτα. Δεν ξέρω πόσος καιρός περνάει μέχρι να με βγάλουν απ'το δωμάτιο. Δεν ξέρω τίποτα. Είμαι απλώς σε ένα γκρι δωμάτιο, και τίποτα δεν με νοιάζει.
Μερικές φορές νευριάζω πολύ. Στην αρχή, περισσότερο. Το μισούσα το μέρος. Ήταν καταθλιπτικό. Δεν ήθελα να είμαι εκεί μέσα. Δεν υπήρχε λόγος, σωστά; Γιατί να είμαι εγώ κολλημένος σ'ένα γκρι δωμάτιο και να απέχω απ'τον κόσμο; Γιατί να μην είμαι ένα μ'αυτόν; Όταν με ελευθερώνουν τελικά, μου δίνουν και ένα κουτί χάπια. Μου λένε να παίρνω ένα την ημέρα και να περιμένω πως οι σκέψεις μου θα μετριαστούν και θα 'μαι πιο ξέγνοιαστος. Και μια από εκείνες τις ημέρες που ήμουν έξω και οι σκέψεις μου δεν είχαν μετριαστεί όπως μου είχαν υποσχεθεί εκείνοι, κι εγώ καθόμουν μόνος μου στο μπαρ και έπινα, με πλησίασε εκείνη η γκόμενα και μου είπε πως όλα γίνονται για κάποιο λόγο.
Την αμφισβήτησα. Προφανώς και την αμφισβήτησα. Τι να ήξερε αυτή; Εκείνη δεν την έκλειναν κάθε τόσο σ'ένα γκρι δωμάτιο. Της το είπα και αυτό. Και γέλασε. Μου είπε πως εκείνη δεν είχε διαπράξει καμία κακή πράξη για να πρέπει να είναι φυλακή. Κι ύστερα την έκανε. Με φοβήθηκε, ρε. Ποιον; Εμένα! Με πέρασε για φυλακισμένο.
Βέβαια, ίσως και να ήμουν. Όμως ούτε εγώ είχα κάνει τίποτα κακό. Δεν είχα κλέψει, δεν είχα σκοτώσει, δεν.. τίποτα. Κι εκεί που περπατούσα στο δρόμο, να σου πάλι. Ήρθαν και με πήραν. Και κλείστηκα πάλι στο γκρι δωμάτιο και ο χρόνος σταμάτησε ξανά.
Ήταν απαίσιο. Ούτε που είχα προλάβει να ζήσω ένα ολόκληρο βράδυ ελεύθερος. Το μόνο που είχα να αναπολώ ήταν η συζήτησή μου μ'εκείνη την γκόμενα...
Με άφησαν ελεύθερο ξανά. Εκείνη τη φορά ήμουν έξω για εβδομάδες ολόκληρες... Έκανα φίλους της μιας ώρας, έπιασα γκόμενες της μιας ημέρας. Ήμουν μόνος, όμως. Πέθαινα να μιλήσω σε κάποιον, αλλά δεν έψαχνα να βρω και κανένα κατάλληλο. Δηλαδή, πώς να σου το πω. Σαν να θες απεγνωσμένα να φας σοκολάτα, να ξέρεις πως μπορείς να την έχεις, αλλά αντί να πας να την διεκδικήσεις, βολεύεσαι με λεμόνι.
Ήρθε λοιπόν μια μέρα, που είχα ξενυχτίσει εκεί μ' ένα τυπά που με κέρναγε σφηνάκια σ'ένα μπαράκι. Ανεβαίναμε μια μεγάλη λεωφόρο- της οποίας το όνομα δεν θυμάμαι- και εκείνη τη στιγμή ανέτελλε ο ήλιος. Φίλε μου, τόση ομορφιά, είχα να δω καιρό! Τότε μόνο συνειδητοποίησα πόσα έχανα σ'εκείνο το γκρι δωμάτιο.... Πάνω, λοιπόν, στη μέθη, μου κάνει ο τύπος, Ρε συ, πού λες να πηγαίνει ο ήλιος όταν δύει; Κι εγώ, φίλε μου, τέρμα αυθόρμητα, του απάντησα: Τον κλείνουν σ'ένα γκρι δωμάτιο, ρε. Εκείνος με κοίταξε περίεργα, αλλά δεν συνέχισε την συζήτηση.
Το επόμενο πρωί, νηφάλιος, έκανα σχέδια για εκείνο το βράδυ. Πρόσεξες τι είπα; Έκανα σχέδια. Ποιος; Εγώ! Ο μόνος. Ο καταθλιπτικός. Ο φυλακισμένος. Έκανα σχέδια. Δεν είχα τολμήσει ποτέ να κάνω σχέδια. Πάντα φοβόμουν πως θα έρθουν να με πάρουν πάλι, να με κλείσουν στο γκρι δωμάτιο. Και θα γκρεμίζονταν τα σχέδιά μου, το φοβόμουν πολύ αυτό, ρε. Ο μαλάκας...
Έκανα σχέδια, που λες. Για εκείνο το βράδυ, και το επόμενο, και το παραεπόμενο. Και δεν ήρθαν να με πάρουν να με πάνε στο γκρι δωμάτιο. Πέρασαν... 4 εβδομάδες. Το πιο μακρύ διάστημα που είχα μείνει έξω εδώ και χρόνια! Ήταν υπέροχα, είχα καιρό να περάσω ΤΟΣΟ καλά! Μια βραδιά, όμως, κάτι που είδα στο δρόμο μ'έκανε να το χάσω πάλι. Και ήρθαν και με πήραν και με έκλεισαν πάλι στο γκρι εκείνο δωμάτιο. Όμως ήμουν οκ. Δηλαδή, κομπλέ. Δεν είχα θέμα. Ήξερα πως θα ερχόντουσαν κάποια στιγμή, και όταν άρχισα να το χάνω ήξερα πως εκείνη η στιγμή δεν αργούσε. Οπότε απλώς το αποδέχτηκα. Και όταν αποδέχεσαι κάτι, μετά το περιμένεις.
Είχα εκατοντάδες πράγματα να αναπολώ στο γκρι δωμάτιο και χιλιάδες αστείες φάσεις να σκέφτομαι. Βέβαια, τίποτα δεν ήταν αρκετό για να μου φτιάξει η διάθεση μέσα στο απόλυτο γκρι. Ήμουν φυλακισμένος και η θλίψη ήταν αξεπέραστη και έμοιαζε αμετάκλητη... όμως το ήξερα πως θα περνούσε. Πάντως, εκείνες τις άσχημες στιγμές που νόμιζα πως θα υπέφερα έτσι για πάντα... ανακάλυπτα τον εαυτό μου. Και έμαθα για 'μενα πως όταν έχω το λεμόνι κι επιθυμώ σοκολάτα, με αναγνωρίζω. Αν είχα τη σοκολάτα, θα ήμουν άλλος. Όμως, ρε συ, πώς να σου το πω. Άλλαξε η ζωή μου. Δε γαμιέται το γκρι δωμάτιο; Τώρα το λατρεύω. Γιατί μου έμαθε να περνάω καλά όσο είμαι έξω τουλάχιστον, ρε. Να απολαμβάνω τις στιγμές μου ελεύθερος. Έσωσε την ζωή μου απ'την άνια. Το αποδέχτηκα, θα γυρίζω πάντα εκεί. Όμως τώρα η διαφορά είναι πως τ'απολαμβάνω. Στ'αρχίδια μου αυτοί οι μαλάκες που έρχονται και με παίρνουν. Θ'απελπιστώ και θα χαλάσουν τα σχέδιά μου... αλλά θα το έχω απολαύσει μέχρι τότε. Και ξέρεις τι ανακάλυψα πιο μετά; Όσο πιο καλά περνάω, τόσο πιο πολύ αργούν να έρθουν."
Και με το τελευταίο, άνοιξα το κουτί με τα χάπια και τα άδειασα όλα στον κάδο σκουπιδιών δίπλα μου. Δεν τα χρειάζομαι.
Πέμπτη 27 Σεπτεμβρίου 2012
Κυριακή 23 Σεπτεμβρίου 2012
"Έλα. Σε έχω πάρει 1-2 φορές, δεν το σηκώνεις, οπότε αφήνω μήνυμα στον τηλεφωνητή για να μ'ακούσεις μόλις μπορέσεις. Πήγαμε θάλασσα με τα παιδιά σήμερα, και ξέρεις τι θυμήθηκα; Τότε, που κάναμε μια μέρα διάλειμμα κι οι δυο απ'τον κόσμο, και είχαμε μείνει οι δυο μας, για μια μέρα, ξέρεις, μόνο εγώ κι εσύ. Και είχαμε πάει σ'εκείνη την έρημη παραλία και κολυμπούσαμε με τις ώρες, και η θάλασσα ήταν παιχνιδιάρα και μας έκανε παρέα, και μείναμε εκεί να δούμε τον ήλιο να δύει... Και τότε, τη στιγμή εκείνη που χανόταν και η τελευταία ηλιαχτίδα πίσω απ'το βουνό, εσύ μου ψιθύρισες πόσο μ'αγαπάς, και ήμουν τόσο ευτυχισμένη, τα είχα όλα. Το θυμάσαι έτσι; Το θυμάσαι;"
Πέμπτη 13 Σεπτεμβρίου 2012
Τρίτη 11 Σεπτεμβρίου 2012
Αγαπημένη μου Άρτεμις,
Αυτό είναι το 6ο γράμμα που σου γράφω χωρίς να πάρω απάντηση. Μου λείπεις. Αναρωτιέμαι γιατί δεν μου απαντάς. Ανησυχώ, είναι η αλήθεια. Ξέρω όμως πως τα πράγματα είναι δύσκολα για 'σενα, ίσως να μην έχεις χρόνο, ίσως να μην σου φτάνουν τα χρήματα για να πάρεις χαρτί και να μου απαντήσεις. Γι'αυτό, όμως, στα τελευταία δύο μου γράμματα, έβαλα μία κενή κόλλα χαρτί, για να τη χρησιμοποιήσεις... Ίσως βέβαια να μην έχεις μελάνι. Ίσως να καθυστερεί το πλοίο με τα γράμματα, ο καιρός δεν είναι και τόσο καλός ούτως ή άλλως. Ελπίζω μόνο να είσαι εντάξει.
Οι δουλειές εδώ δεν πάνε και πολύ καλά. Η πελατεία είναι σχεδόν μηδενική, ίσα που μου φτάνουν τα λεφτά για τ'απαραίτητα, και για τα μηνιαία μου γράμματα, φυσικά. Μην ανησυχείς όμως, θα τα βγάλουμε πέρα, στο υπόσχομαι. Λίγο καιρό υπομονή ακόμη, Άρτεμις... Και θα γυρίσω. Όλα τα όνειρά μας θα γίνουν πραγματικότητα. Θα το παλέψω, θα βρω κι άλλη δουλειά, και δεύτερη, και τρίτη, σου τ'ορκίζομαι, θα το παλέψω όσο μπορώ. Θα είμαστε ευτυχισμένοι. Λίγος καιρός υπομονή ακόμη.
Ο χειμώνας ακόμη να μπει για τα καλά, κι όμως εγώ ανυπομονώ τόσο για το καλοκαίρι.. Τόσο που δεν μπορώ να περιμένω. Με παρηγορεί όμως η ομορφιά αυτής της πόλης. Θα 'πρεπε να 'σουν εδώ να την απολαύσεις, θα 'πρεπε να 'σουν εδώ να την θαυμάζεις μαζί μου. Να δεις που μέχρι κι ο χειμώνας είναι όμορφος τελικά. Απλώς δεν ταιριάζει σ'εμάς, αγάπη μου.
Α, γνώρισα έναν κύριο εχθές, στη μπυραρία! Τζορτζ το όνομά του. Πολύ έντιμος, και πανέξυπνος. Διαβάζει τους ανθρώπους σαν ανοιχτά βιβλία. Του μίλησα για τα πάντα- για 'σενα, για τα όνειρά μας, για το παρελθόν μου, για τις αστείες μας ιστορίες, για τα ταξίδια μου, για τον αδερφό μου... Νομίζω πως επιτέλους απέκτησα έναν φίλο, Άρτεμις. Ομολογώ πως η μοναξιά είναι αναπάντεχη. Μετά από έναν ολόκληρο χρόνο, το ουίσκι κι ο σκύλος μου δεν είναι πια αρκετά.
Πραγματικά ελπίζω να είσαι εντάξει. Να προσέχεις. Σ'αγαπώ.
Πέτρος
Τέταρτη φορά που διάβαζε το γράμμα. Όλα εντάξει, κανένα ορθογραφικό λάθος. Σηκώθηκε από το γραφείο του και πλησίασε τον πάγκο πάνω απ'το τζάκι, όπου είχε τοποθετήσει προσεκτικά τις φωτογραφίες των αγαπημένων του προσώπων. Με το ελεύθερό του χέρι- το αριστερό- έπιασε την κορνίζα με την φωτογραφία της Άρτεμις και τη φίλησε απαλά και γλυκά. Με τη φωτογραφία ακόμη γαντζωμένη στο χέρι του, επέστρεψε στο γραφείο του. Έβγαλε το τελευταίο σπίρτο απ'το σπιρτόκουτο, το άναψε με τη μία, κι έβαλε φωτιά στο γράμμα που είχε μόλις γράψει.
"Μα ουτ' η αγάπη δεν ανασταίνει τους νεκρούς, Άρτεμις" ψιθύρισε. "Εγώ σ'το χα πει. Πρόσεχε, αυτές οι εμμονές θα σε σκοτώσουν. Και είδες τώρα; Έθαψες μια σφαίρα στο κρανίο σου και νομίζεις όλα εντάξει."
Και ο δίσκος βινιλίου είχε κολλήσει στο ίδιο σημείο και επαναλάμβανε συνεχώς, "Μ'άφησες μόνο και δεν θα στο συγχωρήσω ποτέ, κι ας σ'αγαπάω πιο πολύ απ'οτιδήποτε."
Αυτό είναι το 6ο γράμμα που σου γράφω χωρίς να πάρω απάντηση. Μου λείπεις. Αναρωτιέμαι γιατί δεν μου απαντάς. Ανησυχώ, είναι η αλήθεια. Ξέρω όμως πως τα πράγματα είναι δύσκολα για 'σενα, ίσως να μην έχεις χρόνο, ίσως να μην σου φτάνουν τα χρήματα για να πάρεις χαρτί και να μου απαντήσεις. Γι'αυτό, όμως, στα τελευταία δύο μου γράμματα, έβαλα μία κενή κόλλα χαρτί, για να τη χρησιμοποιήσεις... Ίσως βέβαια να μην έχεις μελάνι. Ίσως να καθυστερεί το πλοίο με τα γράμματα, ο καιρός δεν είναι και τόσο καλός ούτως ή άλλως. Ελπίζω μόνο να είσαι εντάξει.
Οι δουλειές εδώ δεν πάνε και πολύ καλά. Η πελατεία είναι σχεδόν μηδενική, ίσα που μου φτάνουν τα λεφτά για τ'απαραίτητα, και για τα μηνιαία μου γράμματα, φυσικά. Μην ανησυχείς όμως, θα τα βγάλουμε πέρα, στο υπόσχομαι. Λίγο καιρό υπομονή ακόμη, Άρτεμις... Και θα γυρίσω. Όλα τα όνειρά μας θα γίνουν πραγματικότητα. Θα το παλέψω, θα βρω κι άλλη δουλειά, και δεύτερη, και τρίτη, σου τ'ορκίζομαι, θα το παλέψω όσο μπορώ. Θα είμαστε ευτυχισμένοι. Λίγος καιρός υπομονή ακόμη.
Ο χειμώνας ακόμη να μπει για τα καλά, κι όμως εγώ ανυπομονώ τόσο για το καλοκαίρι.. Τόσο που δεν μπορώ να περιμένω. Με παρηγορεί όμως η ομορφιά αυτής της πόλης. Θα 'πρεπε να 'σουν εδώ να την απολαύσεις, θα 'πρεπε να 'σουν εδώ να την θαυμάζεις μαζί μου. Να δεις που μέχρι κι ο χειμώνας είναι όμορφος τελικά. Απλώς δεν ταιριάζει σ'εμάς, αγάπη μου.
Α, γνώρισα έναν κύριο εχθές, στη μπυραρία! Τζορτζ το όνομά του. Πολύ έντιμος, και πανέξυπνος. Διαβάζει τους ανθρώπους σαν ανοιχτά βιβλία. Του μίλησα για τα πάντα- για 'σενα, για τα όνειρά μας, για το παρελθόν μου, για τις αστείες μας ιστορίες, για τα ταξίδια μου, για τον αδερφό μου... Νομίζω πως επιτέλους απέκτησα έναν φίλο, Άρτεμις. Ομολογώ πως η μοναξιά είναι αναπάντεχη. Μετά από έναν ολόκληρο χρόνο, το ουίσκι κι ο σκύλος μου δεν είναι πια αρκετά.
Πραγματικά ελπίζω να είσαι εντάξει. Να προσέχεις. Σ'αγαπώ.
Πέτρος
Τέταρτη φορά που διάβαζε το γράμμα. Όλα εντάξει, κανένα ορθογραφικό λάθος. Σηκώθηκε από το γραφείο του και πλησίασε τον πάγκο πάνω απ'το τζάκι, όπου είχε τοποθετήσει προσεκτικά τις φωτογραφίες των αγαπημένων του προσώπων. Με το ελεύθερό του χέρι- το αριστερό- έπιασε την κορνίζα με την φωτογραφία της Άρτεμις και τη φίλησε απαλά και γλυκά. Με τη φωτογραφία ακόμη γαντζωμένη στο χέρι του, επέστρεψε στο γραφείο του. Έβγαλε το τελευταίο σπίρτο απ'το σπιρτόκουτο, το άναψε με τη μία, κι έβαλε φωτιά στο γράμμα που είχε μόλις γράψει.
"Μα ουτ' η αγάπη δεν ανασταίνει τους νεκρούς, Άρτεμις" ψιθύρισε. "Εγώ σ'το χα πει. Πρόσεχε, αυτές οι εμμονές θα σε σκοτώσουν. Και είδες τώρα; Έθαψες μια σφαίρα στο κρανίο σου και νομίζεις όλα εντάξει."
Και ο δίσκος βινιλίου είχε κολλήσει στο ίδιο σημείο και επαναλάμβανε συνεχώς, "Μ'άφησες μόνο και δεν θα στο συγχωρήσω ποτέ, κι ας σ'αγαπάω πιο πολύ απ'οτιδήποτε."
Δευτέρα 10 Σεπτεμβρίου 2012
Κι όλο το βράδυ ευχόμουν, "Αχ ας μην ξημερώσει, μην ξημερώσει, μην ξημερώσει ποτέ".. κι όταν ήρθε το πρωί, κατάλαβα πως είχα σπαταλήσει, έτσι απλά, μια γλυκιά νύχτα, που όμοιά της δεν θα ξαναερχόταν.
Μα η καρδιά πονάει πάντα όταν ψηλώνει,
να το θυμάσαι, μικρή μου καρδιά,
η καρδιά πονάει πάντα όταν ψηλώνει..
πάντα...
Τετάρτη 5 Σεπτεμβρίου 2012
5η Σεπτέμβρη 2012, ώρα 18:23.
18:24.
18:25.
18:26.
18:27
18:28
18:29
18:30.
18:31
18:32
18:33
Νομίζω πως άκουσα κάποιον να γελάει
18:34
18:35
18:36
18:37
18:38
18:39
18:40
Ίσως και να έκλαιγε βέβαια
18:41
18:42
18:43
18:44
18:45
18:46
18:47
18:48
18:49
18:50
18:51
18:52
Ο χρόνος δεν αλλάζει τίποτα
18:53
18:54
18:55
18:56
18:57
18:58
18:59
19:00
Το να κάνεις κάτι είναι που αλλάζει τα πράγματα.
19:01
19:02
19:03
19:04
19:05
19:06
19:07
19:08
19:09
19:10
Οι πληγές δεν κλείνουν "με το χρόνο".
19:11
19:12
19:13
19:14
19:15
19:16
Οι πληγές κλείνουν όταν αποφασίσουμε να τις ράψουμε.
19:17
19:18
19:19
19:20
Και απλώς παίρνει κάμποσο καιρό μέχρι να το πάρουμε απόφαση.
18:24.
18:25.
18:26.
18:27
18:28
18:29
18:30.
18:31
18:32
18:33
Νομίζω πως άκουσα κάποιον να γελάει
18:34
18:35
18:36
18:37
18:38
18:39
18:40
Ίσως και να έκλαιγε βέβαια
18:41
18:42
18:43
18:44
18:45
18:46
18:47
18:48
18:49
18:50
18:51
18:52
Ο χρόνος δεν αλλάζει τίποτα
18:53
18:54
18:55
18:56
18:57
18:58
18:59
19:00
Το να κάνεις κάτι είναι που αλλάζει τα πράγματα.
19:01
19:02
19:03
19:04
19:05
19:06
19:07
19:08
19:09
19:10
Οι πληγές δεν κλείνουν "με το χρόνο".
19:11
19:12
19:13
19:14
19:15
19:16
Οι πληγές κλείνουν όταν αποφασίσουμε να τις ράψουμε.
19:17
19:18
19:19
19:20
Και απλώς παίρνει κάμποσο καιρό μέχρι να το πάρουμε απόφαση.
Τρίτη 4 Σεπτεμβρίου 2012
It's a day that I'm glad I survived
Τι όμορφες που είναι οι σκιές. Ξέρεις τι βλέπω στις σκιές; Δεν έχουν πρόσωπο. Στις σκιές ξαφνικά σημασία δεν έχει ποιος είσαι αλλά τι κάνεις. Τι κάνεις, πώς το κάνεις... δεν έχουν πρόσωπο, έτσι;
Η μοναξιά και η μοναχικότητα είναι διαφορετικές έννοιες. Άλλο να είσαι μόνος και άλλο να είσαι μοναχικός. Εκείνος που σε ένα σπίτι γεμάτο γνωστούς, φίλους, κολλητούς, και ενδιαφέροντες ανθρώπους κλειδώνεται στο δωμάτιο με το πιάνο και παίζει με τις ώρες αόριστες και ακαθόριστες μελωδίες, είναι μοναχικός. Κι εκείνος που στο ίδιο σπίτι μετά από αρκετές αποτυχημένες προσπάθειες να ανοίξει συζήτηση με x διαφορετικά άτομα, στέκει στο κατώφλι της πόρτας εκείνου του δωματίου και ακούει εκείνες τις μελωδίες, είναι μόνος.
Ο μόνος έχει δάκρυα στα μάτια του.
Ο μοναχικός το απολαμβάνει.
Τετάρτη, ώρα 22:05
-Τι συμβαίνει, τι έπαθες; Είσαι καλά;
-Το..το χέρι μου, μπαμπά, πονάει το χέρ-
-Παύλο, ΠΑΥΛΟ! ΠΑΥΛΟ, ΜΕ ΑΚΟΥΣ;
Τετάρτη, ώρα 23:47
-Τι συνέβη ακριβώς;Στο ατύχημα;
-Δέκα χρόνια πριν ακριβώς... Η γυναίκα μου με το παιδί μου στο αμάξι. Τους τράκαρε ένας μεθυσμένος. Εκείνη νεκρή, ο γιος μου χρειάστηκε χειρουργείο. "Επιπλοκές" έτσι μου είπαν εμένα. Κι από τότε, ο εγκέφαλός του δεν λειτουργεί σωστά... έχει όμως ένα χάρισμα. Είναι υπέροχος στο πιάνο! Δεν έχει χάσει ποτέ του νότα. Σήμερα όμως, στη συναυλία, δεν ξέρω τι συνέβη! Πραγματικά δεν ξέρω, γιατρέ! Ξαφνικά ό,τι έπαιζε ήταν εκτός, τον πλησίασα, τον ρώτησα τι συνέβη, και το χέρι του, το χέρι του ήταν σαν τα κόκκαλα να είχαν γίνει χίλια κομμάτια...
Πέμπτη, ώρα 14:00
-Παύλο, θα σου κάνω μερικές ερωτήσεις, θέλω να μου απαντάς σε όλες, εντάξει;
-Εντάξει, γιατρέ.
-Βγάλε την γλώσσα σου, να, έτσι.
-Να, έτσι.
-Μην παραξενεύεστε, γιατρέ, είναι δική του μέθοδος αυτή. Όταν δεν έχει απάντηση να δώσει, επαναλαμβάνει τις τελευταίες λέξεις που άκουσε.
Παρασκευή, ώρα 9:00
-Τι συμβαίνει στο γιο μου;
-Δεν ξέρουμε ακόμη...
-Πότε θα ξέρετε; Πεθαίνει!! Δεν τον βλέπετε;
-Δεν είναι και πολλά που μπορούμε να κάνουμε..
Παρασκευή, ώρα 21:30
-Αν του αφαιρέσουμε τα πρακτικά νεκρά κύτταρα από το δεξί μέρος του εγκεφάλου, θα είναι υγιής. Απόλυτα υγιής. Θα είναι ένα φυσιολογικό παιδί. Χωρίς νοητικά προβλήματα. Απλά, δεν θα μπορεί να παίξει πιάνο.
-Δεν γίνεται, το πιάνο είναι τα πάντα...
-Ακούστε, θα έχει μια φυσιολογική ζωή θα-
-Έχει χάρισμα!
-Του προσφέρω μια ζωή.
Παρασκευή, ώρα 21:49
-Γιε μου... θέλω μόνο να μου απαντήσεις σε κάτι...
-Ναι, μπαμπά.
-Είσαι χαρούμενος;
-...Είσαι χαρούμενος;
Η μοναξιά και η μοναχικότητα είναι διαφορετικές έννοιες. Άλλο να είσαι μόνος και άλλο να είσαι μοναχικός. Εκείνος που σε ένα σπίτι γεμάτο γνωστούς, φίλους, κολλητούς, και ενδιαφέροντες ανθρώπους κλειδώνεται στο δωμάτιο με το πιάνο και παίζει με τις ώρες αόριστες και ακαθόριστες μελωδίες, είναι μοναχικός. Κι εκείνος που στο ίδιο σπίτι μετά από αρκετές αποτυχημένες προσπάθειες να ανοίξει συζήτηση με x διαφορετικά άτομα, στέκει στο κατώφλι της πόρτας εκείνου του δωματίου και ακούει εκείνες τις μελωδίες, είναι μόνος.
Ο μόνος έχει δάκρυα στα μάτια του.
Ο μοναχικός το απολαμβάνει.
Τετάρτη, ώρα 22:05
-Τι συμβαίνει, τι έπαθες; Είσαι καλά;
-Το..το χέρι μου, μπαμπά, πονάει το χέρ-
-Παύλο, ΠΑΥΛΟ! ΠΑΥΛΟ, ΜΕ ΑΚΟΥΣ;
Τετάρτη, ώρα 23:47
-Τι συνέβη ακριβώς;Στο ατύχημα;
-Δέκα χρόνια πριν ακριβώς... Η γυναίκα μου με το παιδί μου στο αμάξι. Τους τράκαρε ένας μεθυσμένος. Εκείνη νεκρή, ο γιος μου χρειάστηκε χειρουργείο. "Επιπλοκές" έτσι μου είπαν εμένα. Κι από τότε, ο εγκέφαλός του δεν λειτουργεί σωστά... έχει όμως ένα χάρισμα. Είναι υπέροχος στο πιάνο! Δεν έχει χάσει ποτέ του νότα. Σήμερα όμως, στη συναυλία, δεν ξέρω τι συνέβη! Πραγματικά δεν ξέρω, γιατρέ! Ξαφνικά ό,τι έπαιζε ήταν εκτός, τον πλησίασα, τον ρώτησα τι συνέβη, και το χέρι του, το χέρι του ήταν σαν τα κόκκαλα να είχαν γίνει χίλια κομμάτια...
Πέμπτη, ώρα 14:00
-Παύλο, θα σου κάνω μερικές ερωτήσεις, θέλω να μου απαντάς σε όλες, εντάξει;
-Εντάξει, γιατρέ.
-Βγάλε την γλώσσα σου, να, έτσι.
-Να, έτσι.
-Μην παραξενεύεστε, γιατρέ, είναι δική του μέθοδος αυτή. Όταν δεν έχει απάντηση να δώσει, επαναλαμβάνει τις τελευταίες λέξεις που άκουσε.
Παρασκευή, ώρα 9:00
-Τι συμβαίνει στο γιο μου;
-Δεν ξέρουμε ακόμη...
-Πότε θα ξέρετε; Πεθαίνει!! Δεν τον βλέπετε;
-Δεν είναι και πολλά που μπορούμε να κάνουμε..
Παρασκευή, ώρα 21:30
-Αν του αφαιρέσουμε τα πρακτικά νεκρά κύτταρα από το δεξί μέρος του εγκεφάλου, θα είναι υγιής. Απόλυτα υγιής. Θα είναι ένα φυσιολογικό παιδί. Χωρίς νοητικά προβλήματα. Απλά, δεν θα μπορεί να παίξει πιάνο.
-Δεν γίνεται, το πιάνο είναι τα πάντα...
-Ακούστε, θα έχει μια φυσιολογική ζωή θα-
-Έχει χάρισμα!
-Του προσφέρω μια ζωή.
Παρασκευή, ώρα 21:49
-Γιε μου... θέλω μόνο να μου απαντήσεις σε κάτι...
-Ναι, μπαμπά.
-Είσαι χαρούμενος;
-...Είσαι χαρούμενος;
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)